Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

έκανα ένα

  • 1 πέσιμο

    πεσιό τό
    1) падение;

    έκανα ένα πέσιμο, πού... — я так упал, что...;

    2) падение, выпадение;

    πέσιμο των μαλλιών (πτερδν) — выпадение волос (перьев);

    πέσιμο των φύλλων — листопад;

    3) падение, снижение, понижение;

    πέσιμο των τιμών — падение цен;

    πέσιμο της θερμοκρασίας — снижение температуры;

    4) укладывание (в постель)

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > πέσιμο

  • 2 проделать

    ρ.σ.μ.
    1. (δι)ανοίγω, φτιάχνω•

    проделать дверь в.стене φτιάχνω πόρτα στον τοίχο•

    ход в заборе ανοίγω δίοδο (πέρασμα) στον περίβολο•

    проделать подземный ход ανοίγω υπόγεια δίοδο (λαγούμι).

    2. εκτελώ, εκπληρώ, κάνω, διεξάγω•

    он -ал огромную работу αυτός έκαμε τεράστια δουλειά.

    3. κάνω, φτιάχνω (για ένα χρον. διάστημα)•

    целый час -ал упражнения ολόκληρη ώρα έκανα ασκήσεις.

    Большой русско-греческий словарь > проделать

См. также в других словарях:

  • γύρος — ο 1. κύκλος, περιφέρεια, περίμετρος: Κάναμε το γύρο του νησιού με ένα καΐκι. 2. κυκλική κίνηση, περιστροφή: Οι δείκτες του ρολογιού συμπλήρωσαν ένα γύρο. 3. ό,τι είναι κυκλικό: Ο γύρος του καπέλου. 4. περίπατος, βόλτα: Έκανα ένα γύρο στην πόλη. 5 …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κοπανώ — άω [κόπανος] 1. χτυπώ με τον κόπανο, κοπανίζω 2. μεταβάλλω κάτι σε σκόνη ή σε τρίμμα χτυπώντας με το γουδοχέρι, στουμπίζω 3. υπενθυμίζω σε κάποιον κάτι διαρκώς και επιμόνως, συνήθως επιπλήττοντάς τον («έκανα ένα λάθος, δεν είναι ανάγκη να μού τό… …   Dictionary of Greek

  • ξεπλέκω — ξέπλεξα, ξεπλέχτηκα, ξεπλεγμένος 1. ανοίγω τις πλεξούδες γυναικείων μαλλιών: Με ξεπλεγμένα τα μαλλιά βγήκε στο παραθύρι. 2. διαλύω, χαλνώ, αποσυνδέω κάτι που είναι πλεγμένο: Έκανα ένα λάθος στην πλέξη και ξέπλεξα όλο το πλεχτό μου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κάνω — και κάμνω (AM κάμνω, Μ και κάνω) κατασκευάζω, δημιουργώ, φτειάχνω (α. «δεν τήν έκανες καλά τη βιβλιοθήκη» β. «οὐδ ἄνδρες νηῶν ἔνι τέκτονες, οἵ κε κάμοιεν νῆας ἐϋσσέλμους», Ομ. Οδ.) νεοελλ. 1. επιχειρώ κάτι, προσπαθώ ή αρχίζω μια ενέργεια (α.… …   Dictionary of Greek

  • μάτι — Το αισθητήριο όργανο της όρασης, με το οποίο γίνεται αντιληπτό το φως, το σχήμα και το χρώμα των φωτιζόμενων αντικειμένων. Ο άνθρωπος φέρει δύο οφθαλμικούς βολβούς, οι οποίοι καταλαμβάνουν τις οφθαλμικές κόγχες. Έχουν χαρακτηριστικό σφαιροειδές… …   Dictionary of Greek

  • χρυσός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Au· ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, δεύτερη υποομάδα, έχει ατομικό αριθμό 79, ατομικό βάρος 197,2 ένα σταθερό ισότοπο και πολλά ραδιενεργά ισότοπα με αριθμό μάζας από 187 έως 189 και από …   Dictionary of Greek

  • πατώ — και πατάω / πατῶ, έω και αιολ. τ. πάτημι, ΝΜΑ 1. έχω ή βάζω το πόδι μου πάνω σε κάτι, σε έναν τόπο ή σε ένα αντικείμενο (α. «πάτησα ένα καρφί» β. «χῶρος οὐχ ἁγνὸς πατεῑν», Σοφ.) 2. λεηλατώ, διαρπάζω, κυριεύω (α. «πατήσανε το κάστρο» β. «πόλιν...… …   Dictionary of Greek

  • πιάνω — ΝΜ 1. παίρνω κάτι με το χέρι και τό κρατώ, κρατώ, κατέχω, βαστώ (α. «να γιατρευτεί το χέρι μου, να πιάσω το σπαθί μου», δημ. τραγούδι β. «ὅταν τὴν πέρδικα ἰδεῑ, σκύπτει καὶ τὴν πιάνει», Διγ. Ακρ.) 2. μτφ. (για ασθένειες, ψυχικές καταστάσεις)… …   Dictionary of Greek

  • Каппадокийский язык — Распространение греческого языка в поздневизантийский период XII XV веков. Золотым цветом изображено поздневизантийское койне будущая основа новогреческого языка, оранжевым …   Википедия

  • Каппадокский язык — Каппадокийский язык Страны: Греция, изначально Каппадокия (центральная Турция) Общее число носителей: очень мало Статус: исчезающий Классификация Категория …   Википедия

  • άδμητος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς των Φερών στη Θεσσαλία, γιος του Φέρητα και εγγονός του Κρηθέα και της Τυρώς. Μητέρα του Α. ήταν η Κλυμένη, κόρη του Μινύα. Ο Πελίας, βασιλιάς της Ιωλκού και θείος του Α., είχε υποσχεθεί πως θα έδινε την ωραία κόρη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»